Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ UNICEF ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ



Λέμε ΟΧΙ στην Παράνομη Διακίνηση και Εμπορία Παιδιών


Συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά η Συνεργασία της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής της UNICEF με το Υπουργείο Εξωτερικών για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης και εμπορίας παιδιών.

Η εκστρατεία γίνεται για την ευαισθητοποίηση των πολιτών επάνω στο σημαντικό αυτό ζήτημα που ντροπιάζει τις σύγχρονες κοινωνίες ενώ ταυτόχρονα ενημερώνει και προάγει δράσεις για την νομική προστασία των παιδιών σε κάθε επίπεδο.

Διακίνηση (trafficking) είναι η μετακίνηση ενός παιδιού με σκοπό την εκμετάλλευση δια της βίας και της πλάνης. Επηρεάζει κυρίως τα φτωχότερα παιδιά και οικογένειες. Η χρήση παιδιών ως εμπορικού αντικειμένου για εργασία ή σεξ είναι μια κερδοφόρα διεθνής επιχείρηση. Όπως και άλλες μορφές εγκληματικής δραστηριότητας, η διακίνηση είναι μια μυστική δραστηριότητα δύσκολο να αντιμετωπιστεί.

* Σε όλο τον κόσμο 1,2 εκατομμύρια παιδιά πέφτουν θύματα παράνομης διακίνησης και εμπορίας (trafficking) κάθε χρόνο.
* Έως και 1,8 εκατομμύρια παιδιά, τα περισσότερα από αυτά κορίτσια, πέφτουν θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης στην πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων εμπορική σεξουαλική βιομηχανία κάθε χρόνο (πορνεία & πορνογραφία).
* Περίπου 5,7 εκατομμύρια παιδιά εμπλέκονται σε μορφές εξαναγκαστικής εργασίας ή δουλείας.
* Στην Ανατολική Ασία & Ειρηνικό, το μεγαλύτερο μέρος της διακίνησης αφορά την παιδική πορνεία, αν και κάποια παιδιά προορίζονται για αγροτικές ή βιομηχανικές εργασίες. Στη Νότια Ασία, η διακίνηση συχνά σχετίζεται με δουλεία για εξυπηρέτηση χρεών.
* Στην Ευρώπη, τα παιδιά κυρίως διακινούνται από την Ανατολή προς τη Δύση, πράγμα που αντανακλά τη ζήτηση για φθηνά εργατικά χέρια και παιδική πορνεία.

Σε μερικές περιπτώσεις τα παιδιά απάγονται ή κλέβονται, πιο συχνά όμως η ιστορία ξεκινά με ψεύτικες υποσχέσεις. Οι έμποροι υπόσχονται στα νεαρά θύματά τους, κορίτσια των 12 χρόνων, μια καλύτερη ζωή σε άλλη χώρα. Οι γονείς, που θέλουν ότι καλύτερο για τα παιδιά τους, εξαπατώνται στην ελπίδα μιας αξιοπρεπούς εργασίας και καλύτερης εκπαίδευσης. Σε πολλές περιπτώσεις τα παιδιά αυτά καταλήγουν να κακοποιούνται σεξουαλικά και να εξαθλιώνονται, χωρίς να μπορούν να ξεφύγουν εύκολα. Ακόμη χειρότερα, οι οικογένειες συχνά έχουν άγνοια του κινδύνου, πιστεύοντας ότι τα παιδιά τους θα έχουν μια ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον έξω από την πατρίδα τους. Συχνά, παιδιά θύματα διακίνησης συλλαμβάνονται και κρατούνται ως παράνομοι μετανάστες. Κορίτσια μέχρι και 13 ετών (συνήθως από Ασία & Ανατολική Ευρώπη) διακινούνται ως νύφες κατά παραγγελία. Χιλιάδες γυναίκες από φτωχές χώρες παρασύρονται στην πορνεία στη Νότια Ασία.

Παιδιά θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης

* Παρά τις δυσκολίες να ευρεθούν αξιόπιστα στοιχεία, οι τελευταίες καταγραμμένες εκτιμήσεις δείχνουν πως έως και 1,8 εκατομμύρια παιδιά, τα περισσότερα από αυτά κορίτσια, πέφτουν θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης στην πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων εμπορική σεξουαλική βιομηχανία κάθε χρόνο (πορνεία & πορνογραφία).
* Σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας (ILO) από τα 12,3 εκατομμύρια ανθρώπους που είναι θύματα εξαναγκαστικής εργασίας σε όλο τον κόσμο, 1.390.000 εμπλέκονται στην εξαναγκαστική εμπορική σεξουαλική εκμετάλλευση με σχεδόν το μισό του αριθμού αυτού να είναι παιδιά.

Η εμπορική σεξουαλική εκμετάλλευση των παιδιών τροφοδοτείται από την τοπική - και όχι ξένη - ζήτηση, με το σεξουαλικό τουρισμό να αποτελεί μόνο ένα μικρό μέρος του προβλήματος. Όμως, το internet έχει τη δυνατότητα να προωθεί το σεξουαλικό τουρισμό και την παιδική πορνογραφία σε όλο τον κόσμο και αυτό είναι αιτία ανησυχίας.

Τα παιδιά συχνά κακοποιούνται σεξουαλικά από το κοντινό τους περιβάλλον. Επειδή η σεξουαλική δραστηριότητα συνήθως αντιμετωπίζεται ως ιδιωτική υπόθεση, κυβερνήσεις και κοινότητες είναι εξίσου απρόθυμες να παρέμβουν σε περιπτώσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης.

Παιδιά σε εξαναγκαστική εργασία ή δουλεία

* Εκτιμάται πως τα παιδιά αποτελούν το 40% - 50% των θυμάτων εξαναγκαστικής εργασίας ή δουλείας και υπολογίζονται σε 5,7 εκατομμύρια.
* Τα παιδιά που δουλεύουν σε ξένα σπίτια ή «εργοδότες» είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε εκμετάλλευση ή κακοποίηση. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας εκτιμά πως τα κορίτσια κάτω των 16 ετών που απασχολούνται ως οικιακοί βοηθοί είναι περισσότερα από κάθε άλλη μορφή παιδικής εργασίας.

Υπολογίζεται πως υπάρχουν περίπου 317 εκατομμύρια οικονομικά ενεργά παιδιά ηλικίας 5-17 ετών, από τα οποία 218 εκατομμύρια εμπλέκονται σε κάποια μορφή παιδικής εργασίας. Από τα τελευταία, τα 126 εκατομμύρια εργάζονται κάτω από επικίνδυνες συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων εργασιών με χημικά και εντομοκτόνα στη γεωργία, με επικίνδυνα μηχανήματα ή σε ορυχεία.

Περίπου 5,7 εκατομμύρια παιδιά εργάζονται κάτω από αποτρόπαιες συνθήκες εξαναγκασμένα σε καταναγκαστική εργασία λόγω χρεών ή σε δουλεία. Εκατομμύρια παιδιά κοπιάζουν σε σπίτια ιδιωτών ως οικιακοί βοηθοί και υπηρέτες. Η φύση της εργασίας αυτής καθιστά αδύνατη την εκτίμηση του αριθμού τους, όμως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας εκτιμά πως περισσότερα κορίτσια κάτω των 16 ετών εμπλέκονται σε αυτή τη μορφή εργασίας από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία.
Η ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ UNICEF

Η UNICEF είναι αφοσιωμένη στην πρόληψη και εξάλειψη του φαινόμενου της εμπορίας παιδιών και γυναικών. Με αυτό το στόχο επικεντρώνεται στο να βοηθά τις χώρες να χτίσουν ένα προστατευτικό περιβάλλον βασισμένο στις ακόλουθες προφανείς δράσεις:

* Τα κράτη πρέπει να επιδείξουν ισχυρή πολιτική βούληση για να καταπολεμήσουν την εμπορία παιδιών. Σ' αυτό συμπεριλαμβάνεται και η προώθηση της αναγκαίας νομοθεσίας.
* Οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται αξιόπιστα και με αυστηρότητα. Συμπεριλαμβανομένων των διεθνών συμφωνιών για την πρόληψη του trafficking και τη διευκόλυνση της ασφαλούς επιστροφής των παιδιών που πέφτουν θύματά του.
* Παλιές νοοτροπίες και πρακτικές πρέπει να αλλάξουν. Το να επιτύχουμε να πηγαίνουν όλα τα παιδιά στο σχολείο - ιδιαίτερα τα κορίτσια - θα βελτιώσει δραματικά την προστασία τους. Σήμερα, περίπου 93 εκατομμύρια παιδιά εξακολουθούν να μην πηγαίνουν σχολείο.
* Τα παιδιά πρέπει έχουν επίγνωση του κινδύνου, ώστε να προστατεύσουν τον εαυτό τους. Ιδιαίτερα παιδιά σε ομάδες υψηλού κινδύνου που παρασύρονται από υποσχέσεις για χρήματα και «καλύτερη ζωή» πρέπει να έχουν ευκαιρίες να αναπτύξουν δεξιότητες ώστε να κερδίζουν τη ζωή τους για να μη πέφτουν θύματα από εμπόρους.
* Όλοι όσοι ασχολούνται και σχετίζονται με παιδιά πρέπει να μπορούν να δουν τους κινδύνους του φαινόμενου και να ανταποκριθούν ανάλογα. Δάσκαλοι, πρέπει να αναγνωρίζουν τα σημάδια μιας προβληματικής οικογένειας. Αστυνομικοί που ελέγχουν οίκους ανοχής πρέπει να γνωρίζουν να ψάξουν για κορίτσια από ξένες χώρες όπως και να μην τα τραυματίζουν ψυχικά ακόμη περισσότερο.
* Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης είναι παράγοντας κρίσιμης σημασίας στη μάχη κατά της εμπορίας παιδιών, καλώντας για τη συστηματική και αποτελεσματική προστασία των παιδιών θυμάτων.
* Επανένταξη και αποκατάσταση των θυμάτων εμπορίας: Τέτοια παιδιά-θύματα χρειάζονται κατάλληλες υπηρεσίες για να ξεφύγουν και να επανέλθουν σε ασφαλές περιβάλλον. Τέτοιες υπηρεσίες πρέπει να καθοδηγούνται από το καλύτερο συμφέρον του παιδιού.

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να καταπολεμηθεί η διακίνηση των παιδιών για σεξουαλική εκμετάλλευση είναι με εκστρατείες ενημέρωσης και προγράμματα επανένταξης.

Ενημέρωση και Πρόληψη
- Εκπαίδευση των παιδιών και των γονέων για τους κινδύνους των εμπόρων παιδιών.
- Εξασφάλιση της σωστής ένταξης των κοριτσιών στα σχολεία.
- Καταπολέμηση της φτώχειας μέσω εισοδηματικών προγραμμάτων σε φτωχές οικογένειες, για να γίνουν λιγότερο ευάλωτες.

Επανένταξη
- Πρόσβαση σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης σε παιδιά που έχουν ξεφύγει από την εκμετάλλευση.
- Επανένωση των παιδιών με τις οικογένειές τους.
- Συμβουλευτική και υποστήριξη στα παιδιά θύματα.

Η UNICEF προωθεί Διεθνείς Συμβάσεις & Νομοθετικά μέτρα

Η UNICEF επισημαίνει ότι καμία χώρα δεν είναι «ελεύθερη» από το εμπόριο σε ανθρώπινες υπάρξεις και ότι η προσπάθειες για τον τερματισμό του πρέπει να γίνονται τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

Εκτός από τη Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού που είναι θεμελιώδης για την κατοχύρωση της προστασίας από εκμετάλλευση και διακίνηση Υπάρχουν ακόμη τρία σημαντικά διεθνή νομικά εργαλεία ζωτικής σημασίας για τις προσπάθειες καταπολέμησης του προβλήματος:

* Το Πρωτόκολλο για την Πρόληψη, Καταστολή και Τιμωρία της Διακίνησης σε Πρόσωπα, Ειδικότερα Γυναίκες & Παιδιά, που συμπληρώνει τη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά του Διεθνούς Οργανωμένου Εγκλήματος του 2000 (η Σύμβαση αυτή τέθηκε σε ισχύ στις 29 Σεπτεμβρίου 2003 με 147 υπογραφές κρατών και 56 επικυρώσεις, ενώ το Πρωτόκολλο τέθηκε σε ισχύ στις 25 Δεκεμβρίου 2003 και έχει λάβει ήδη 117 υπογραφές και 116 επικυρώσεις). Η Ελλάδα έχει υπογράψει και τα δύο έγγραφα στις 13 Δεκεμβρίου 2000.
* Το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού για την εμπορία και σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και την παιδική πορνεία και πορνογραφία. Με αυτό ποινικοποιούνται σοβαρές παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους, όπως ή πώληση, η παράνομη υιοθεσία, η παιδική πορνεία και πορνογραφία. Μέχρι σήμερα το έχουν υπογράψει 115 χώρες ενώ 124 το έχουν επικυρώσει. Η Ελλάδα το υπέγραψε στις 7 Σεπτεμβρίου του 2000.
* Η Σύμβαση 182 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) για την άμεση κατάργηση των πιο επικίνδυνων μορφών εργασίας. Η UNICEF θεωρεί ότι η κατάρτιση συγκεκριμένων εθνικών προγραμμάτων δράσης (ενάντια στις χειρότερες μορφές παιδικής εργασίας) με χρονικό προσδιορισμό - πράγμα για το οποίο από κοινού έχουν απευθύνει έκκληση η UNICEF και η ILO από πολύ καιρό - πρέπει να γίνει πραγματικότητα μέσω της επικύρωσης αυτής της σύμβασης. Αυτή η Σύμβαση ορόσημο για τη UNICEF τέθηκε σε ισχύ το Νοέμβριο του 2000, κύρωση από Ελλάδα 15/6/2001.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ UNICEF

* Η UNICEF συμμετέχει στο πρόγραμμα του ΟΗΕ για την καταπολέμηση του Trafficking στην ευρύτερη περιοχή του Μεκόνγκ που πρωτοξεκίνησε το 2000 ώστε να επιτύχει ισχυρή και συντονισμένη δράση κατά της παράνομης διακίνησης ανθρώπων σε Καμπότζη, Κίνα, Λαϊκή Δημοκρατία του Λάος, Μαλαισία, Ταϊλάνδη και Βιετνάμ.
* Το 2006 η UNICEF βοήθησε να γίνει η πρώτη Διεθνής Συνάντηση για την καταπολέμηση της διακίνησης παιδιών στον Αραβικό κόσμο με τη συμμετοχή 9 αραβικών χωρών (Μπαχρέιν, Αίγυπτος, Ιορδανία, Κουβέιτ, Λίβανος, Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Υεμένη).
* Καταφέρνοντας ένα πλήγμα ενάντια στη βιομηχανία σεξουαλικού τουρισμού που παγιδεύει δεκάδες χιλιάδες παιδιών, η UNICEF συντάχθηκε μαζί με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (WTO) και το διεθνή συνασπισμό για τον Τερματισμό της Παιδικής Πορνείας, Παιδικής Πορνογραφίας και Εμπορίας παιδιών για Σεξουαλικούς Σκοπούς (ECPAT), παρουσιάζοντας ένα κώδικα δεοντολογίας για την προστασία των παιδιών από σεξουαλική εκμετάλλευση στα ταξίδια και τον τουρισμό. Το πρόγραμμα αυτό έχει στόχο να χρησιμοποιήσει την ίδια την τουριστική βιομηχανία για να καταπολεμήσει ενεργά τον παιδικό σεξουαλικό τουρισμό.
* Σε δύο επιλεγμένες περιοχές της Ινδονησίας έγιναν πιλοτικά προγράμματα ενημέρωσης και επιμόρφωσης της UNICEF για τους κινδύνους της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και του trafficking που βοήθησαν στην καλύτερη προστασία των παιδιών.
* Στη Νότιο Αφρική η UNICEF συνέβαλε στην ενημέρωση για την παιδική πορνογραφία προσφέροντας οικονομική και τεχνική υποστήριξη στην Εθνική Συνδιάσκεψη για την Παιδική Πορνογραφία που έγινε το 2005. Στη συνδιάσκεψη αυτή υιοθετήθηκε Σχέδιο Δράσης για την Εξάλειψη της Παιδικής Πορνογραφίας.
* Η UNICEF συμμετείχε πλήρως στη δημιουργία της έκθεσης του Γ.Γ. του ΟΗΕ για τη βία ενάντια στα παιδιά διοργανώνοντας μεταξύ άλλων εννέα περιφερειακές και αρκετές εθνικές συνδιασκέψεις

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2009

Κακοποίηση παιδιών με ειδικές ανάγκες



Τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, όπως εγκεφαλική παράλυση, δυσμορφίες, νοητική στέρηση, τύφλωση, κώφωση, επιληψία, ψυχιατρικές διαταραχές κ.λπ. είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην κακοποίηση από ενήλικους και οι έρευνες διεθνώς δείχνουν ότι κακοποιούνται σε συχνότητα 3-4 φορές μεγαλύτερη από ό,τι τα παιδιά του γενικού πληθυσμού. Για παράδειγμα, στα κορίτσια με ειδικές ανάγκες έχουν βρεθεί ποσοστά σεξουαλικής κακοποίησης πάνω από 40% (Allington-Smith et al., 2002). Οι λόγοι που τα παιδιά αυτά είναι πιο ευάλωτα ποικίλλουν:

-Ισως δεν κατανοούν ότι κακοποιούνται, καθώς δεν γνωρίζουν τι είναι κακοποίηση, ή ίσως δυσκολεύονται να εκφράσουν αυτό που τους συμβαίνει, μη διαθέτοντας το κατάλληλο λεξιλόγιο.
-Ισως είναι πολύ απομονωμένα.
-Ισως έχουν δυσκολία στο λόγο. Η δυσκολία αυτή του παιδιού, η δυσκολία του να κατανοήσει, η υπερκινητικότητά του ή η κάποιες φορές ακατάλληλη συμπεριφορά, αυξάνουν τις πιθανότητες να χρησιμοποιήσει ο γονιός σωματική τιμωρία.
-Οταν αποκαλύψουν ότι κακοποιούνται, αντιμετωπίζονται με περισσότερη δυσπιστία από τους άλλους («είναι χαζό, άρα λέει παλαβομάρες»).
Τα σημάδια της κακοποίησης μπορεί να αποδοθούν στην αναπηρία του παιδιού (π.χ. «έχει μελανιές, επειδή είναι αυτιστικό και χτυπά τον εαυτό του»).
-Η κοινωνία μας υποτιμά με ρατσιστικό τρόπο την αναπηρία (σκεφτείτε π.χ. την υβριστική χρήση των λέξεων «κουφό αστείο», «σπαστικό μάθημα», «άκουσα κάτι κουλό». Το τελευταίο είναι δυστυχώς μια ακόμη εφεύρεση της αργκό, που θίγει ακόμη μια φορά τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Αναρωτιέμαι πότε εμείς οι Ελληνες θα δείξουμε ανθρωπιά και σεβασμό, όταν εφευρίσκουμε χιούμορ…). Τα παιδιά εισπράττουν αντίστοιχα μηνύματα από το περιβάλλον τους -ειδικά τους συνομηλίκους. Είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στα πειράγματα, στη θυματοποίηση από άλλα παιδιά («σχολικός εκφοβισμός»).
-Υπάρχει η κοινή πεποίθηση ότι τα παιδιά αυτά δεν κακοποιούνται ή ότι η κακοποίηση δεν έχει επιπτώσεις σε αυτά, ότι δεν την καταλαβαίνουν, άρα είναι σαν να μην έγινε.
-Οι οικογένειες που έχουν παιδιά με ειδικές ανάγκες ίσως είναι περισσότερο κοινωνικά απομονωμένες. Η κοινωνική απομόνωση είναι επιβαρυντικός παράγοντας για την εκδήλωση της παιδικής κακοποίησης. Επίσης, κάποιες κοινωνικά ρατσιστικές πεποιθήσεις που κατηγορούν έμμεσα την οικογένεια για την ύπαρξη του «προβληματικού» παιδιού ωθούν την οικογένεια σε ακόμη μεγαλύτερη απομόνωση και μυστικοπάθεια σχετικά με την ύπαρξη της ιδιαιτερότητας στην οικογένεια. Ετσι, έχουμε οικογένειες που δεν παρουσιάζουν ποτέ το παιδί με νοητική στέρηση σε κοινωνικές εκδηλώσεις, για να «μην το δει ο κόσμος». Ή αποφεύγουν και οι ίδιοι τις κοινωνικές επαφές.
-Το παιδί συχνά βρίσκεται σε απόλυτη εξάρτηση από έναν ενήλικο πάροχο φροντίδας, κι αυτό το κάνει ιδιαίτερα ευάλωτο στην κακοποίηση από αυτό το άτομο, ιδιαίτερα αν αναλαμβάνουν την προσωπική του υγιεινή άλλοι.
-Το παιδί, ειδικά το παραμελημένο παιδί, έχει ανάγκη από προσοχή και άγγιγμα, και προσπαθεί να ευχαριστήσει τους ενήλικους. Αυτό το καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτο στους χειρισμούς παιδόφιλων.
-Ακόμη κι όταν οι ενήλικοι αντιλαμβάνονται κακοποίηση, έχουν ακόμη μικρότερες πιθανότητες να το αναφέρουν από ό,τι για τα παιδιά του γενικού πληθυσμού.

Η κοινωνία μας, με την εμμονή της στην τελειότητα, προάγει εμμέσως τον χαρακτηρισμό «ελαττωματικό» σε οτιδήποτε δεν υπακούει τα εξωπραγματικά πρότυπά της (π.χ. το πανευτυχές, ζάπλουτο, κοινωνικά κι επαγγελματικά επιτυχημένο ζευγάρι μοντέλων, που βλέπουμε στις διαφημίσεις). Οταν τα παιδιά με ειδικές ανάγκες κακοποιούνται, και μάλιστα σεξουαλικά, η έννοια «ελαττωματικό» αποκτά μιαν άλλη ισχύ στον ψυχισμό τους, ένα διαφορετικό, συνταρακτικό βάθος, που διαρρηγνύει την αίσθηση του εαυτού του παιδιού στα θεμέλιά της. Εχουμε ευθύνη να προστατέψουμε όλα τα παιδιά, πολύ περισσότερο δε τα παιδιά με ειδικές ανάγκες. Έχουμε ευθύνη να τα προσεγγίσουμε, όχι με τη νοοτροπία τού: «κρίμα είναι…», αλλά με εκείνην τού: «δώρο είναι…»

Ενα μεγάλο άρθρο,το οποίο αξίζει να διαβάσετε

ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ...ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΚΑ ΣΑΣ....

Μελετήθηκαν 37 κρατούμενοι της Φυλακής Τρίπολης, που είχαν καταδικαστεί με την κατηγορία της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού.

Οι 26 από αυτούς ήταν περιστατικά παιδοφιλίας και οι 11 περιστατικά αιμομιξίας. Από τα 26 περιστατικά παιδοφιλίας, στα 15 το θύμα ήταν κορίτσι και στα 11 το θύμα ήταν αγόρι. Επίσης, από τα 11 περιστατικά αιμομιξίας, στα 8 το θύμα ήταν κορίτσι και στα 3 το θύμα ήταν αγόρι. Ως ομάδα ελέγχου χρησιμοποιήθηκαν 25 υγιείς άνδρες.

Καταγράφηκαν: 1. Tα δημογραφικά στοιχεία, 2. Το κοινωνικό ιστορικό, 3. To εγκληματολογικό ιστορικό, 4. Το σεξουαλικό ιστορικό, και 5. Οι διαγνώσεις του Άξονα Ι και ΙΙ με βάση το SCID.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

α. Το κοινωνικό προφίλ

Η ηλικία των ατόμων που καταδικάστηκαν για σεξουαλική κακοποίηση παιδιού ήταν 42,3±10,4 έτη. Ελληνική υπηκοότητα είχε το 73%, Ορθόδοξοι Χριστιανοί δήλωσαν το 81%, ενώ αναλφάβητοι ήτα το 5% .

Από τη λήψη του κοινωνικού ιστορικού βρέθηκε ότι το 46% ήταν έγγαμοι, το 57% μεγάλωσαν σε πόλη, το 76% ανέφεραν φυσιολογικές συνθήκες τοκετού, ενώ το 89% ανέφεραν ανατροφή από φυσικούς γονείς. Το 57% δήλωσαν σταθερή εργασία και το 43% ότι εργάζονταν ως εργάτες χωρίς συγκεκριμένη ειδίκευση. Το 32% ανέφεραν ότι οι γονείς χτυπούσαν ο ένας τον άλλον, ενώ ως “πιο δυναμικός” περιγράφηκε ο πατέρας, σε σχέση με τη μητέρα, από το το 57%. Έγγαμοι εξακολουθούν να είναι οι γονείς του 43%, ενώ η οικονομική κατάσταση της πατρικής οικογένειας αναφέρθηκε ως “κακή” από το 27%. Τέλος, ως εργάτες, χωρίς συγκεκριμένη ειδίκευση, εργάζονταν ο πατέρας του 41% του δείγματος.

Το δείγμα που μελετήσαμε παρουσίασε ιδιαίτερα χαμηλούς δείκτες κοινωνικών δεξιοτήτων. Η επίτευξη των εκπαιδευτικών στόχων υποδεικνύει συχνά τις νοητικές και ψυχολογικές δυνατότητες του ατόμου. Εάν μάλιστα οι δυσκολίες παρακολούθησης και η έλλειψη στόχων επιδρούν στην εξέλιξη της θεραπείας, τότε υποδεικνύεται η ανάγκη συμπληρωματικής εκπαιδευτικής παρέμβασης. Η βιβλιογραφία δείχνει πράγματι ότι οι βιαστές τείνουν να έχουν ασταθές εργασιακό ιστορικό σε ανειδίκευτες εργασίες. Το εργασιακό ιστορικό, συγκεκριμένα η σταθερότητα και το είδος εργασίας, το επίπεδο επιδεξιότητας και υπευθυνότητας και η γενικότερη στάση απέναντι στη δουλεία σχετίζεται με ψυχολογικά χαρακτηριστικά όπως επιμονή, ικανότητα ανοχής στη ματαίωση και ικανότητα σχεδιασμού και επίτευξης στόχων.

Τα άτομα με σεξουαλική παραπτωματικότητα που μελετήθηκαν παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαμηλούς κοινωνικούς δείκτες, γεγονός που πιθανότατα να απετέλεσε έναν σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα του σεξουαλικού τους εγκλήματος. Εκπαιδευτικά και υποστηρικτικά προγράμματα, καθώς και προγράμματα κοινωνικών δεξιοτήτων κατά τη διάρκεια κράτησής τους στη φυλακή, αναμένεται ότι θα μειώσουν την πιθανότητα υποτροπής στο μέλλον.

β. Το Εγκληματολογικό προφίλ

Ο μέσος όρος επιβληθείσης ποινής ήταν 17,2±22,8 έτη. Η ηλικία των θυμάτων ήταν 10,4±3,0 έτη, ενώ πάνω από 5 διαφορετικά θύματα είχε το 19% του δείγματος. Πολλαπλή κακοποίηση με το ίδιο θύμα διαπράχθηκε από το 54%, ενώ ως συνηθέστερος τρόπος κακοποίησης ήταν ο πεο-αιδειικός. Ψυχολογική βία για κάμψη της αντίστασης του θύματος χρησιμοποιήθηκε από το 32%, ενώ το 57% χρησιμοποίησαν σωματική βία. Μόνο σε 3 περιστατικά δεν υπήρξε συνοδός σωματική βλάβη του θύματος. Το 22% ήταν άτομα άγνωστα στο θύμα, ενώ στο φιλικό περιβάλλον ανήκε το 30%. Συνεργός υπήρχε στο 8%, ενώ στο 92% υπήρξε προσχεδιασμός της διάπραξης. Συχνότερο μέρος διάπραξης σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού ήταν το σπίτι του δράστη (54%). Στο χρονικό διάστημα από 13.00’ έως 24.00’ έγινε το 95% των σεξουαλικών κακοποιήσεων παιδιού. Το 30% είχαν κάνει χρήση ουσιών, συνήθως κατάχρηση αλκοόλ, λίγο πριν τη διάπραξη. Τέλος, το 65% αρνούνται τελείως τη διάπραξη της κακοποίησης.

Διερευνώντας τους παράγοντες που προηγούνται του σεξουαλικού παραπτώματος, είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται εάν υπήρχε προσχεδιασμός της πράξης. Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι η μη προσχεδιασμένη διάπραξη φαίνεται να περιλαμβάνει περιπτώσεις στις οποίες η σεξουαλική επίθεση είναι παρορμητική και πραγματοποιείται παράλληλα με τη διάπραξη και άλλου τύπου εγκλημάτων. Η κατάχρηση αλκοόλ φαίνεται να προηγείται πολύ συχνά. Οι μισοί περίπου από τους κρατούμενους για βιασμό βρέθηκε να έχουν καταναλώσει υπερβολική ποσότητα αλκοόλ λίγο πριν το βιασμό, ενώ η χρήση αλκοόλ βρέθηκε να σχετίζεται με σεξουαλική επιθετικότητα. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ επίσης, όχι μόνο από τον άνδρα ως δράστη αλλά και από τη γυναίκα ως θύμα, βρέθηκε να αυξάνει σημαντικά την πιθανότητα να συμβεί βιασμός. Επίσης, η χρήση αλκοόλ φαίνεται να σχετίζεται περισσότερο με περιστασιακές σεξουαλικές επιθέσεις, καθώς και με αυξημένη χρήση βίας.

γ. Το Σεξουαλικό Προφίλ

Η ηλικία 1ης σεξουαλικής επαφής ήταν 16,1±3,2 έτη. Το 27% είχε την 1η σεξουαλική επαφή με πόρνη, στο 92% το φύλο της 1ης σεξουαλικής επαφής ήταν γυναίκα, ενώ στο 65% η εμπειρία περιγράφηκε ότι έγινε με τη θέλησή τους. Το 22% ανέφεραν σεξουαλική κακοποίηση στη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας στην ηλικία των 9,7±2,5. Αποκλειστικά ετεροφυλικές σχέσεις ανάφερε το 68%. Αποκλειστικά ετεροφυλικού τύπου φαντασιώσεις αναφέρθηκαν από το 49%. Το 57% είχε κάποιου τύπου ομοφυλοφιλική εμπειρία. Επίσης, το 46% δεν χρησιμοποιούν προφυλακτικό, ενώ το 27% έχουν ιστορικό μόλυνσης από σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Τέλος, το 14% δεν είχε ερωτικό σύντροφο κατά την περίοδο που διέπραξαν τη σεξουαλική κακοποίηση, ενώ το 24%, ανέφερε ελλειπή σεξουαλική ικανοποίηση κατά την περίοδο αυτή.

Αρκετοί ερευνητές παρατήρησαν ότι οι σεξουαλικοί παραπτωματίες είναι κοινωνικά απομονωμένοι με λίγες στενές ερωτικές σχέσεις. Εκείνοι μάλιστα οι σεξουαλικοί παραπτωματίες που έχουν πολλές σχέσεις, τις περιγράφουν ως επιφανειακές. Έχει βρεθεί ότι κοινό στοιχείο της σεξουαλικής συμπεριφοράς των σεξουαλικών παραπτωματιών αποτελεί η αποτυχία επίτευξης στενής ερωτικής σχέσης, η οποία οδηγεί σε βίωση μοναξιάς. Οι σεξουαλικοί παραπτωματίες παρουσιάζουν σημαντικά μεγαλύτερες δυσκολίες στην ανάπτυξη στενής ερωτικής σχέσης, καθώς και σημαντικά υψηλότερα επίπεδα αίσθησης μοναξιάς, συγκρινόμενοι ξεχωριστά με μη σεξουαλικούς παραπτωματίες καθώς και με γενικό πληθυσμό. Τα άτομα που κακοποιούν σεξουαλικά τα παιδιά βρέθηκε να είναι πιο ευαίσθητα στην απόρριψη, πιο θετικά απέναντι στη σύντροφό τους και λιγότερο ικανοποιημένα με τις σεξουαλικές τους σχέσεις, σε σύγκριση με τους βιαστές. Οι βιαστές βρέθηκε να έχουν την αίσθηση ότι δε λαμβάνουν υποστήριξη από τη σύντροφό τους τείνουν να την εκτιμούν αρνητικά, γεγονός που υποδεικνύει ότι στα άτομα αυτά υπάρχουν πιο αρνητικά μοντέλα διεργασίας για τους άλλους και ειδικότερα για τις ερωτικές σχέσεις. Αποτελεί συχνό εύρημα επίσης, ένας σημαντικός αριθμός βιαστών να έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά κατά την παιδική ηλικία ή να υπήρξαν μάρτυρες παρεκκλίνουσας σεξουαλικής δραστηριότητας.

δ. Το Ψυχιατρικό Προφίλ

i. Ψυχιατρική Διάγνωση, Άξονας Ι

Το ψυχιατρικό ιστορικό των ατόμων έδειξε ότι το 51% είχαν ιστορικό χρήσης τοξικών ουσιών. Τα ποσοστά για συλλήψεις που αφορούν ξυλοδαρμό, κλοπές και οπλοφορία ήταν 57%, 41% και 24%, αντίστοιχα. Επίσης στο 3% υπήρχε ιστορικό καταδίκης για ανθρωποκτονία. Ανέφεραν απόπειρα αυτοκτονίας σε ποσοστό 22%, με πιο συχνή την απόπειρα απαγχονισμού. Το 16% είχαν ιστορικό ψυχιατρικής νοσηλείας και το 62%, ιστορικό χρήσης ψυχιατρικής αγωγής, συνήθως κατά τη διάρκεια κράτησής τους σε φυλακή.

Προηγούμενες έρευνες έδειξαν υψηλή παρουσία ψυχικών διαταραχών σε διάφορες ομάδες ατόμων με σεξουαλική επιθετικότητα. Συγκεκριμένα, το ένα τρίτο δείγματος βιαστών έλαβε διάγνωση κατάθλιψης, ενώ τα δύο τρίτα διάγνωση κατάχρησης ή εξάρτησης από αλκοόλ. Άλλη έρευνα έδειξε υψηλή συχνότητα διαταραχών άγχους, ενώ άλλη βρήκε 7% σχιζοφρένεια, 2% σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, 3% μείζων κατάθλιψη, και 6% οργανικό ψυχοσύνδρομο. Πρόσφατη έρευνα σε άτομα που καταδικάστηκαν για βιασμό, έδειξε ότι το 58% πληρούσε τα κριτήρια διάγνωσης του Άξονα Ι, κατά DSM-III-R, χωρίς μάλιστα να ληφθούν υπ' όψη η κατάχρηση από αλκοόλ ή άλλες ουσίες. Γενικά πάντως, τα ποσοστά ψυχιατρικής νοσηρότητας που έχουν βρεθεί στους σεξουαλικούς παραπτωματίες θεωρούνται υψηλότερα από το μέσο όρο του συνολικού πληθυσμού των φυλακών.

Παρόμοια, υψηλά ποσοστά ψυχιατρικής νοσηρότητας βρέθηκαν και στη διερεύνηση του παρόντος δείγματος. Το ένα τρίτο (12 άτομα) παρουσίαζε δια βίου διαταραχή της διάθεσης και το ένα τέταρτο (9 άτομα) δια βίου διαταραχές άγχους. Η χρήση τοξικών ουσιών βρέθηκε στο ένα έκτο (6 άτομα). Το ποσοστό απόπειρας αυτοκτονίας ήταν 22%, ενώ το ποσοστό βαρειάς απόπειρας αυτοκτονίας, όπως απαγχονισμός, 11%. Τα ευρήματα αυτά βρίσκονται σε αντιστοιχία με τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας σε δείγμα παιδόφιλων στις ΗΠΑ, τα οποία έδειξαν ιδιαίτερα υψηλή συχνότητα διαταραχών της διάθεσης.

Είναι εμφανές ότι τα υψηλά ποσοστά ψυχιατρικής νοσηρότητας του παρόντος δείγματος υποδεικνύουν την ανάγκη θεραπευτικής προσέγγισης των ατόμων αυτών. Η θεραπεία ψυχιατρικών καταστάσεων που συνυπάρχουν με τη σεξουαλική επιθετικότητα θεωρείται ότι αναστέλλει τον κύκλο επανάληψης της σεξουαλικής βίας, πραγματοποιώντας έτσι ένα σημαντικό κομμάτι στην πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης.

. ii. Ψυχιατρική Διάγνωση, Άξονας ΙΙ

Βρέθηκε ότι συχνότερες διαταραχές προσωπικότητας ήταν η η Μεταιχμιακή (11 άτομα), η Αντικοινωνική (11 άτομα), και η Παθητική-Επιθετική (8 άτομα). Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι τα ποσοστά διαταραχής προσωπικότητας των σεξουαλικών παραπτωματιών κυμαίνονται από 35% έως 90%, ενώ τα μοντέλα σεξουαλικής επιθετικότητας εστιάζουν κυρίως στα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά προσωπικότητας των ατόμων αυτών. Έχοντας υπόψη ότι η σεξουαλική συμπεριφορά αποτελεί βασικό συστατικό αλλά και εκδήλωση της προσωπικότητας του ατόμου, η ανίχνευση των παθολογικών χαρακτηριολογικών στοιχείων και η ανάλογη θεραπευτική τους προσέγγιση θεωρείται ότι θα δρούσε αποτελεσματικά στη μείωση της σεξουαλικής επιθετικότητας. Τέτοιου είδους θεραπευτικές παρεμβάσεις δρουν στον πυρήνα της πρόληψης και αποτελούν τη βάση της πρωτογενούς πρόληψης της σεξουαλικής κακοποίησης.

ε. Συννοσηρότητα με Μη Σεξουαλική επιθετικότητα

Μελέτες έδειξαν ότι οι βιαστές παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά μη σεξουαλικής εγκληματικής δραστηριότητας, ενώ το γεγονός αυτό φαίνεται να ισχύει και για τους έφηβους βιαστές. Βρέθηκε συγκεκριμένα ότι οι μισοί τουλάχιστον από τους βιαστές έχουν καταδικαστεί συγχρόνως και για άλλες μη σεξουαλικές εγκληματικές πράξεις, ενώ σχεδόν όλοι τους έχουν διαπράξει τουλάχιστον μία μη σεξουαλικού τύπου επίθεση. Στην ανάλυση του παρόντος δείγματος βρέθηκε πράγματι ότι το 57% είχαν τουλάχιστον μία καταδίκη για μη σεξουαλική επιθετική πράξη. Πιο συγκεκριμένα, τουλάχιστον οι μισοί είχαν καταδίκες για ξυλοδαρμό, ληστεία ή οπλοφορία, ενώ ένας είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για ανθρωποκτονία που δεν σχετίζονταν με τη σεξουαλική παραπτωματικότητα. Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν ότι η σεξουαλική επιθετικότητα αποτελεί συχνά μέρος της ευρύτερης παραπτωματικότητας του ατόμου. Σε κάποιες από τις περιπτώσεις αυτές ενδέχεται σεξουαλική και γενική επιθετικότητα να συνυπάρχουν, όπως για παράδειγμα βιασμός με κλοπή. Η γνώση της συχνότητας της σεξουαλικής επιθετικότητας στα άτομα με γενική παραπτωματικότητα στη χώρα μας θα προσέθετε σημαντικά στοιχεία στην ανίχνευση πιθανών συσχετίσεων μεταξύ των δύο αυτών φαινομένων.

στ . Το φαινόμενο της άρνησης και έλλειψης ανάληψης ευθύνης

Αποτελεί κοινό εύρημα πολλών ερευνών ότι οι βιαστές, αλλά και γενικότερα οι σεξουαλικοί παραπτωματίες, αρνούνται την ανάληψη ευθύνης της εγκληματικής τους πράξης. Φαίνεται ότι το φαινόμενο της έλλειψης ανάληψης ευθύνης συνδέεται στενά με το φαινόμενο της σεξουαλικής επιθετικότητας. Από το δείγμα των σεξουαλικών παραπτωματιών που μελετήθηκε βρέθηκε ότι, μόνο το 2% αποδεχόταν πλήρως τη διάπραξη για την οποία είχε καταδικαστεί, το 10% αποδεχόταν ένα μεγάλο μέρος, το 34% αποδεχόταν ένα μικρό μέρος, ενώ το 53% παρουσίαζε πλήρη έλλειψη αποδοχής. Όπως φάνηκε και σε άλλες έρευνες, οι σεξουαλικοί παραπτωματίες αρνούνται πολλές πλευρές της κατηγορίας, χωρίς μάλιστα να αντιπαραθέτουν σοβαρά επιχειρήματα, τείνοντας να ελαχιστοποιούν την έκταση της διάπραξης και τις συνέπειες αυτής. Συχνά επίσης αποδίδουν τη διάπραξη σε άλλους παράγοντες, όπως κατάχρηση αλκοόλ, προβλήματα γάμου ή ψυχολογική ένταση, ενώ είναι συχνή επίσης η άρνηση κάθε πιθανής μελλοντικής διάπραξης. Επιπλέον της άρνησης και της ελαχιστοποίησης, παρουσιάζουν διαστροφή στην αντίληψη της συμπεριφοράς των θυμάτων, γεγονός που ενισχύει την στάση τους να δικαιολογούν τη συμπεριφορά τους. Επίσης, αντιλαμβάνονται την παθητικότητα ή το τρόμαγμα των θυμάτων σαν επιθυμία ή ευχαρίστηση. Όλες αυτές οι εκλογικεύσεις και οι γνωσιακές διαστροφές αντανακλούν την άρνηση στο να αναλάβουν την προσωπική ευθύνη της διάπραξης. Τα γενικά αυτά χαρακτηριστικά της έλλειψης ανάληψης ευθύνης συνδέονται στενά με τη σεξουαλική επιθετικότητα και τα άτομα τείνουν να αποδίδουν ίση ευθύνη ή ακόμη και όλες τις ευθύνες στα θύματά τους.

ζ. Ο Τρόπος Γονεϊκής Ανατροφής

Η διερεύνηση με τη βοήθεια της κλίμακας του τρόπου γονεϊκής ανατροφής (measurement of parental style, MOPS) έδειξε ότι τα επίπεδα της αναφερόμενης από κακοποίησης από τη μητέρα, ήταν σημαντικά αυξημένα σε σχέση με τους μάρτυρες. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας δείχνουν αρκετές ομοιότητες με ευρήματα προηγούμενων ερευνών. Σε αρκετές ομάδες σεξουαλικών παραπτωματιών έχουν βρεθεί αυξημένα επίπεδα σωματικής και σεξουαλικής κακοποίησης κατά την παιδική ηλικία. Άλλες έδειξαν αυξημένα επίπεδα κακοποίησης από τους γονείς με συνοδά, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο, αυξημένα επίπεδα ελέγχου, σε άτομα με κατάθλιψη, παραβατικότητα, χρήση ουσιών, και διαταραχή προσαρμογής.

η. Το Προφίλ Προσωπικότητας

Το ερωτηματολόγιο ιδιοσυγκρασίας και χαρακτήρα (Temperament and Character Inventory, TCI), του Cloninger (Cloninger, 1994) μετρά τις κυρίως κληρονομούμενες διαστάσεις της ιδιοσυγκρασίας Αναζήτηση Νέων Εμπειριών (ΑΝΕ) (Novelty Seeking), Αποφυγή Βλάβης (ΑΒ) (Harm Avoidance) , Εξάρτηση από Επιβράβευση (ΕΕ) (Reward Dependence) και Επιμονή (ΕΠ) (Persistence), καθώς και τις, κυρίως διαμορφούμενες από το περιβάλλον, διαστάσεις του χαρακτήρα Αυτοπροσδιορισμός (ΑΠ) (Self-Directedness), Συνεργασιμότητα (ΣΕ) (Cooperativeness) και Αυτοϋπέρβαση (ΑΥ) (Self-Transcendence). Η διάσταση αναζήτηση νέων εμπειριών περιλαμβάνει συμπεριφορές αναζήτησης εμπειριών, παρόρμησης και αποφυγής της ματαίωσης, η διάσταση αποφυγή βλάβης χαρακτηρίζεται κυρίως από απαισιόδοξη στάση απέναντι σε μελλοντικά θέματα, η διάσταση εξάρτηση από επιβράβευση μετρά συμπεριφορές που βασίζονται στην αποδοχή και την επιβράβευση από τους άλλους, και η διάσταση επιμονή χαρακτηρίζεται από συνεχή τάση προσπάθειας. Οι τρεις διαστάσεις του χαρακτήρα υποδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως αυτόνομα άτομα (αυτοπροσδιορισμός), ως μέρος της ανθρωπότητας (συνεργασιμότητα) ή ως μέρος του σύμπαντος (αυτοϋπέρβαση).

Βρέθηκε σημαντικά μεγαλύτερη τιμή της διάστασης της ιδιοσυγκρασίας αναζήτηση νέων εμπειριών, σε σχέση με τους μάρτυρες. Αυτό υποδεικνύει την ύπαρξη μίας ιδιοσυγκρασίας ευέξαπτης, που δεν ανέχεται τη ρουτίνα της καθημερινότητας, καθώς και την καθυστερημένη επιβράβευση. Η σημαντικά μειωμένη τιμή της διάστασης της ιδιοσυγκρασίας εξάρτηση από επιβράβευση, που βρέθηκε, υποδηλώνει την τάση τους να παραμένουν απομονωμένοι, απόμακροι και χωρίς ιδιαίτερα στενές σχέσεις, και συγχρόνως την τάση να εγκαταλείπουν την προσπάθεια πριν να καταβάλλουν τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια. Οι σημαντικά χαμηλότερες τιμές των διαστάσεων του χαρακτήρα αυτοπροσδιορισμός και συνεργασιμότητα, σε σχέση με τους μάρτυρες, υποδεικνύουν συμπεριφορές που, αφενός απορρέουν περισσότερο από εξωτερικά ερεθίσματα, παρά από εσωτερικούς σκοπούς και αξίες, και αφετέρου από τη δυσκολία αποδοχής των άλλων, γεγονός που μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εχθρικότητα.

Έχοντας υπόψη τη θεωρία του Cloninger μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα προφίλ ιδιοσυγκρασίας (temperament) που χαρακτηρίζεται από συμπεριφορά αναζήτησης νέων εμπειριών, παρορμητικότητα, ευερεθιστότητα, ενεργό αποφυγή της ματαίωσης και έλλειψη στενών διαπροσωπικών σχέσεων. Ο χαρακτήρας (character) επιπλέον διακρίνεται από συμπεριφορές από τις οποίες αντλείται ευχαρίστηση χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου, εάν χρειαστεί.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ & ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η ανεύρεση ιδιαίτερα επιβαρημένων κοινωνικών δεικτών στο παρόν δείγμα σεξουαλικών παραπτωματιών υποδεικνύει την ανάγκη ανάπτυξης προγραμμάτων κοινωνικής στήριξης και εκπαίδευσης των ατόμων αυτών, ακόμη και κατά τη διάρκεια κράτησής τους στη φυλακή. Έχοντας υπόψη ότι ο παράγοντας κοινωνικός αποκλεισμός αποτελεί έναν σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα ανάπτυξης του εγκλήματος, τα προγράμματα εκπαίδευσης σε κοινωνικές δεξιότητες, απασχόλησης και ψυχοκοινωνικής στήριξης θεωρείται ότι θα δρούσαν ανασταλτικά στην ανάπτυξη του σεξουαλικού εγκλήματος. Η ανεύρεση επίσης ιδιαίτερα υψηλής ψυχοπαθολογίας στο παρόν δείγμα, υποδεικνύει παράλληλα την ανάγκη τόσο της έγκαιρης ανίχνευσης όσο και της αντιμετώπισή της. Είναι ευνόητο ότι η θεραπευτική αντιμετώπιση των ψυχιατρικών διαταραχών που προδιαθέτουν ή εμφανίζουν ως κύριο στοιχείο τη σεξουαλική επιθετικότητα θα λειτουργήσει ως πρωτογενής πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης. Τέτοιου τύπου παρέμβαση θα μπορούσε να αναπτυχθεί στη διάρκεια όλων των σταδίων εμφάνισης της σεξουαλικής επιθετικότητας. Συγκεκριμένα, θα μπορούσε να αναπτυχθεί έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση σε άτομα με συνύπαρξη παρεκκλίνουσας σεξουαλικής διέγερσης και υψηλών επιπέδων παρορμητικότητας πριν ακόμη αυτά προχωρήσουν στη διάπραξη του σεξουαλικού εγκλήματος. Θα μπορούσε επίσης να υπάρξει θεραπευτική παρέμβαση μέσα στο χώρο της φυλακής, με στόχο την πρόληψη της υποτροπής μετά την αποφυλάκιση. Επίσης, η τακτική παρακολούθηση σε ειδικά κέντρα αποφυλακισθέντων σεξουαλικών παραπτωματιών θεωρείται ότι θα μείωνε ακόμη περισσότερο τον κίνδυνο υποτροπής. Η μορφή αυτή κοινοτικής παρέμβασης θα μπορούσε να συμπεριλάβει και τους σεξουαλικούς δράστες που βρίσκονται υπό δικαστική επιτήρηση ή παρακολούθηση (probation). Η ανάπτυξη παρόμοιων ολοκληρωμένων προγραμμάτων στη Βόρειο Αμερική, τα οποία βασικά στοχεύουν στην πρωτογενή πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης, έδειξε να μειώνει σημαντικά την υποτροπή